Ο Βουλευτής ΠΑΣΟΚ Κορινθίας και μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου, Πάνος Μπεγλίτης, κατέθεσε, μαζί με συναδέλφους του βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, επερώτηση προς τον Υπουργό Ανάπτυξης σχετικά με το «δόκανο» της ακρίβειας στο οποίο παραμένει εγκλωβισμένη η Ελληνική οικογένεια, καθώς η κυβέρνηση αδυνατεί να παρέμβει αποτελεσματικά για να την προστατέψει», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η ερώτηση είναι όχι μόνο επίκαιρη αλλά και τοπικού ενδιαφέροντος αφού και η Κορινθία και κυρίως οι επιχειρήσεις έχουν «νιώσει» την ακρίβεια που υπάρχει στην Ελληνική οικογένεια, μιας που όταν δεν υπάρχουν χρήματα να εξασφαλιστούν τα απολύτως απαραίτητα , πώς θα βγει ο κόσμος στην αγορά για να ψωνίσει. Μάλιστα φορείς του εμπορίου έχουν προτείνει και προτείνουν μέτρα για να ξεπεραστεί αυτή η δύσκολη οικονομική περίοδος αλλά ακόμη δεν φαίνεται «φως στον ορίζοντα».
Στην ερώτηση αναφέρονται τα εξής:
«Η κυβέρνηση αποδεικνύεται καθημερινά ανίκανη να υπερασπιστεί την αγοραστική δύναμη της ελληνικής οικογένειας. Η μακροχρόνια ακρίβεια διαβρώνει συστηματικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, υποσκάπτοντας την αναπτυξιακή της προοπτική, ενώ παράλληλα, διευρύνει τις οικονομικές ανισότητες και ναρκοθετεί την κοινωνική συνοχή. Οι αποκλειστικά επικοινωνιακοί χειρισμοί που χαρακτηρίζουν την Κυβέρνηση, με εκφράσεις όπως “η ακρίβεια είναι σαν το ταγκό, χρειάζονται δύο” ή “η ασυδοσία θα κοπεί φέτα-φέτα, μέχρι να εξαφανιστεί από την αγορά” ή με πανηγυρικές εξαγγελίες 41 μέτρων και διαβεβαιώσεις ότι οι στόχοι των δράσεων θα είναι μετρήσιμοι, όχι μόνο δεν έχουν αποδώσει, αλλά η κατάσταση έχει επιδεινωθεί για τον έλληνα καταναλωτή.
Στις μέρες μας, την ίδια στιγμή που οι διεθνείς τιμές πρώτων υλών καταρρέουν και οι βασικοί λιανοπωλητές άλλων ευρωπαϊκών χωρών επιδίδονται σε πόλεμο μείωσης τιμών, στα ράφια των ελληνικών σουπερ-μάρκετ παρατηρούνται εξωφρενικές ανατιμήσεις σε πλήθος προϊόντων ευρείας κατανάλωσης. Ταυτόχρονα, η μείωση της τιμής της αμόλυβδης, ως συνέπεια της υποχώρησης των διεθνών τιμών πετρελαίου, υπολείπεται σημαντικά της αντίστοιχης στην Ευρώπη.
Στον αντίποδα των εξελίξεων αυτών, ο ρυθμός αύξησης των πραγματικών μέσων ακαθάριστων αποδοχών στο σύνολο της οικονομίας υπολείπεται κατά πολύ του ρυθμού ανάπτυξης της χώρας. Η δυσανάλογη αύξηση του γενικού επίπεδου τιμών σε σχέση με την μεταβολή του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, στις τρέχουσες συνθήκες πιστωτικής ανάσχεσης, επιφέρει αναπόφευκτα μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και επένδυσης, με συνέπεια τη βαθμιαία υποχώρηση της εγχώριας συνολικής ζήτησης.
«ΠΛΗΤΤΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΒΑΘΜΟ
ΟΙ ΑΝΕΡΓΟΙ, ΟΙ ΧΑΜΗΛΟΜΙΣΘΟΙ ,
ΟΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ, ΟΙ ΜΙΚΡΟΙ
Η ερώτηση είναι όχι μόνο επίκαιρη αλλά και τοπικού ενδιαφέροντος αφού και η Κορινθία και κυρίως οι επιχειρήσεις έχουν «νιώσει» την ακρίβεια που υπάρχει στην Ελληνική οικογένεια, μιας που όταν δεν υπάρχουν χρήματα να εξασφαλιστούν τα απολύτως απαραίτητα , πώς θα βγει ο κόσμος στην αγορά για να ψωνίσει. Μάλιστα φορείς του εμπορίου έχουν προτείνει και προτείνουν μέτρα για να ξεπεραστεί αυτή η δύσκολη οικονομική περίοδος αλλά ακόμη δεν φαίνεται «φως στον ορίζοντα».
Στην ερώτηση αναφέρονται τα εξής:
«Η κυβέρνηση αποδεικνύεται καθημερινά ανίκανη να υπερασπιστεί την αγοραστική δύναμη της ελληνικής οικογένειας. Η μακροχρόνια ακρίβεια διαβρώνει συστηματικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, υποσκάπτοντας την αναπτυξιακή της προοπτική, ενώ παράλληλα, διευρύνει τις οικονομικές ανισότητες και ναρκοθετεί την κοινωνική συνοχή. Οι αποκλειστικά επικοινωνιακοί χειρισμοί που χαρακτηρίζουν την Κυβέρνηση, με εκφράσεις όπως “η ακρίβεια είναι σαν το ταγκό, χρειάζονται δύο” ή “η ασυδοσία θα κοπεί φέτα-φέτα, μέχρι να εξαφανιστεί από την αγορά” ή με πανηγυρικές εξαγγελίες 41 μέτρων και διαβεβαιώσεις ότι οι στόχοι των δράσεων θα είναι μετρήσιμοι, όχι μόνο δεν έχουν αποδώσει, αλλά η κατάσταση έχει επιδεινωθεί για τον έλληνα καταναλωτή.
Στις μέρες μας, την ίδια στιγμή που οι διεθνείς τιμές πρώτων υλών καταρρέουν και οι βασικοί λιανοπωλητές άλλων ευρωπαϊκών χωρών επιδίδονται σε πόλεμο μείωσης τιμών, στα ράφια των ελληνικών σουπερ-μάρκετ παρατηρούνται εξωφρενικές ανατιμήσεις σε πλήθος προϊόντων ευρείας κατανάλωσης. Ταυτόχρονα, η μείωση της τιμής της αμόλυβδης, ως συνέπεια της υποχώρησης των διεθνών τιμών πετρελαίου, υπολείπεται σημαντικά της αντίστοιχης στην Ευρώπη.
Στον αντίποδα των εξελίξεων αυτών, ο ρυθμός αύξησης των πραγματικών μέσων ακαθάριστων αποδοχών στο σύνολο της οικονομίας υπολείπεται κατά πολύ του ρυθμού ανάπτυξης της χώρας. Η δυσανάλογη αύξηση του γενικού επίπεδου τιμών σε σχέση με την μεταβολή του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος, στις τρέχουσες συνθήκες πιστωτικής ανάσχεσης, επιφέρει αναπόφευκτα μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης και επένδυσης, με συνέπεια τη βαθμιαία υποχώρηση της εγχώριας συνολικής ζήτησης.
«ΠΛΗΤΤΟΝΤΑΙ ΣΕ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟ ΒΑΘΜΟ
ΟΙ ΑΝΕΡΓΟΙ, ΟΙ ΧΑΜΗΛΟΜΙΣΘΟΙ ,
ΟΙ ΣΥΝΤΑΞΙΟΥΧΟΙ, ΟΙ ΜΙΚΡΟΙ
ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΕΣ, ΤΑ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΑ
ΧΑΜΗΛΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ»
Από την κατάσταση αυτή πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό οι άνεργοι, οι χαμηλόμισθοι, οι συνταξιούχοι, οι μικροί επιχειρηματίες και γενικότερα τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, με αργά αναπροσαρμοζόμενες αποδοχές, τα οποία αντιμετωπίζουν πληθωρισμό σημαντικά υψηλότερο από τον επίσημο, καθώς καταναλώνουν κυρίως αγαθά πρώτης ανάγκης, με ανελαστική ζήτηση. Η αναδιανεμητική, λοιπόν, επίδραση της ακρίβειας σε βάρος των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων αυξάνει τους δείκτες ανισότητας και φτώχειας, ενδυναμώνοντας προϋποθέσεις διασάλευσης της κοινωνικής ειρήνης.
Εξαιτίας της αστοχίας των κυβερνητικών χειρισμών, τα διαρκώς επιδεινούμενα ενδογενή διαθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μεγενθύνουν ευκαιριακά τις επιπτώσεις των διεθνών και εγχώριων δυσμενών εξελίξεων, παγιώνοντας το φαινόμενο της ακρίβειας στη χώρα μας και αναπτύσσοντας μια γενικευμένη, μακροχρόνια εισοδηματική ανασφάλεια στους Έλληνες πολίτες. Συγκεκριμένα:
• Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί αδυνατούν να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα φαινόμενα χρόνιων ανταγωνιστικών στρεβλώσεων στην αγορά, καθώς δεν διαθέτουν ούτε το απαιτούμενο στελεχιακό δυναμικό, ούτε την απαραίτητη πολιτική αυτονομία.
• Οι μεσάζοντες και τα δίκτυα λιανικής πώλησης απομυζούν το εισόδημα του έλληνα αγρότη και κερδοσκοπούν ανενόχλητα εις βάρος των καταναλωτών, καθώς οι τιμές των προϊόντων στο ράφι είναι αδικαιολόγητα πολλαπλάσιες από αυτές του παραγωγού στο χωράφι.
• Η τιμολόγηση πολλών κρατικών υπηρεσιών και αγαθών κοινής ωφελείας υπόκειται σε μη ορθολογικές αυξήσεις υψηλότερες του πληθωρισμού, προκειμένου να καλυφθεί η διαχειριστική ανεπάρκεια των κατά κανόνα διορισμένων από την κυβέρνηση διοικούντων (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΟΤΕ, διόδια, Φυσικό Αέριο, κ.λπ.).
• Τα εμπόδια εισόδου στην αγορά για τους νέους επιχειρηματίες, η γραφειοκρατία, η πολυνομία, η αυθαίρετη ερμηνεία και εφαρμογή των νόμων αυξάνουν διαχρονικά το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων, το οποίο μετακυλίεται συστηματικά στον τελικό καταναλωτή.
Πρόσφατες έρευνες της Κομισιόν δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι τιμές των περισσότερων προϊόντων στην Ελλάδα βρίσκονται σε αντίστοιχο ή υψηλότερο επίπεδο από εκείνο της δυτικής Ευρώπης, παρόλο που τα εισοδήματα στις χώρες αυτές είναι κατά κανόνα υψηλότερα των δικών μας. Χαρακτηριστικό είναι ότι το ψωμί, το πρωταρχικό βασικό αγαθό για το τραπέζι της ελληνικής οικογένειας, το πληρώνουμε στην Ελλάδα στην υψηλότερη τιμή της Ευρώπης (1,31€/κιλό).
«Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ
ΝΑ ΚΑΛΥΨΕΙ ΤΗΝ
ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
Από την κατάσταση αυτή πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό οι άνεργοι, οι χαμηλόμισθοι, οι συνταξιούχοι, οι μικροί επιχειρηματίες και γενικότερα τα νοικοκυριά χαμηλού εισοδήματος, με αργά αναπροσαρμοζόμενες αποδοχές, τα οποία αντιμετωπίζουν πληθωρισμό σημαντικά υψηλότερο από τον επίσημο, καθώς καταναλώνουν κυρίως αγαθά πρώτης ανάγκης, με ανελαστική ζήτηση. Η αναδιανεμητική, λοιπόν, επίδραση της ακρίβειας σε βάρος των ασθενέστερων κοινωνικών ομάδων αυξάνει τους δείκτες ανισότητας και φτώχειας, ενδυναμώνοντας προϋποθέσεις διασάλευσης της κοινωνικής ειρήνης.
Εξαιτίας της αστοχίας των κυβερνητικών χειρισμών, τα διαρκώς επιδεινούμενα ενδογενή διαθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας μεγενθύνουν ευκαιριακά τις επιπτώσεις των διεθνών και εγχώριων δυσμενών εξελίξεων, παγιώνοντας το φαινόμενο της ακρίβειας στη χώρα μας και αναπτύσσοντας μια γενικευμένη, μακροχρόνια εισοδηματική ανασφάλεια στους Έλληνες πολίτες. Συγκεκριμένα:
• Οι ελεγκτικοί μηχανισμοί αδυνατούν να αντιμετωπίσουν με αποτελεσματικότητα φαινόμενα χρόνιων ανταγωνιστικών στρεβλώσεων στην αγορά, καθώς δεν διαθέτουν ούτε το απαιτούμενο στελεχιακό δυναμικό, ούτε την απαραίτητη πολιτική αυτονομία.
• Οι μεσάζοντες και τα δίκτυα λιανικής πώλησης απομυζούν το εισόδημα του έλληνα αγρότη και κερδοσκοπούν ανενόχλητα εις βάρος των καταναλωτών, καθώς οι τιμές των προϊόντων στο ράφι είναι αδικαιολόγητα πολλαπλάσιες από αυτές του παραγωγού στο χωράφι.
• Η τιμολόγηση πολλών κρατικών υπηρεσιών και αγαθών κοινής ωφελείας υπόκειται σε μη ορθολογικές αυξήσεις υψηλότερες του πληθωρισμού, προκειμένου να καλυφθεί η διαχειριστική ανεπάρκεια των κατά κανόνα διορισμένων από την κυβέρνηση διοικούντων (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, ΟΤΕ, διόδια, Φυσικό Αέριο, κ.λπ.).
• Τα εμπόδια εισόδου στην αγορά για τους νέους επιχειρηματίες, η γραφειοκρατία, η πολυνομία, η αυθαίρετη ερμηνεία και εφαρμογή των νόμων αυξάνουν διαχρονικά το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων, το οποίο μετακυλίεται συστηματικά στον τελικό καταναλωτή.
Πρόσφατες έρευνες της Κομισιόν δείχνουν ξεκάθαρα ότι οι τιμές των περισσότερων προϊόντων στην Ελλάδα βρίσκονται σε αντίστοιχο ή υψηλότερο επίπεδο από εκείνο της δυτικής Ευρώπης, παρόλο που τα εισοδήματα στις χώρες αυτές είναι κατά κανόνα υψηλότερα των δικών μας. Χαρακτηριστικό είναι ότι το ψωμί, το πρωταρχικό βασικό αγαθό για το τραπέζι της ελληνικής οικογένειας, το πληρώνουμε στην Ελλάδα στην υψηλότερη τιμή της Ευρώπης (1,31€/κιλό).
«Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΕΠΙΔΙΩΚΕΙ
ΝΑ ΚΑΛΥΨΕΙ ΤΗΝ
ΑΝΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ
ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΚΡΙΣΗΣ»
Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος τον Σεπτέμβριο του 2008, διατύπωσε σαφείς προτάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ακρίβειας στην Ελληνική οικονομία. Η κυβέρνηση αντί να πάρει άμεσα μέτρα σε αυτές τις κατευθύνσεις, επιδιώκει να καλύψει επικοινωνιακά την αναποτελεσματικότητα της με το πέπλο της διεθνούς κρίσης, ενώ στην πράξη αποφεύγει πεισματικά την έγκαιρη λήψη μέτρων ανακούφισης των οικονομικά ασθενέστερων. Ωστόσο, με τον προϋπολογισμό του 2009, αποκαλύπτεται ξεκάθαρα ότι δεν διαθέτει την πολιτική βούληση να εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία του ανταγωνισμού, ούτε να προχωρήσει στη θέσπιση μηχανισμών αποτελεσματικότερης αναδιανομής του εισοδήματος. Χαρακτηριστικά:
• Μειώνει περαιτέρω τα κονδύλια των ήδη υποχρηματοδοτούμενων φορέων της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή και του Συνηγόρου του Καταναλωτή κατά 2% και 8% αντίστοιχα, σε τρέχουσες, μάλιστα, τιμές.
• Δεν προϋπολογίζει τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας, με συνέπεια η ονομαστική αύξηση των εισοδημάτων να οδηγεί σε πρόσθετη επιδείνωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, καθώς πρακτικά αυξάνεται η φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών και των μικρών ελεύθερων επαγγελματιών.
Επειδή εξαιτίας της κυβερνητικής αναλγησίας, η ακρίβεια συμπιέζει ασφυκτικά πλέον την αγοραστική δύναμη της ελληνικής οικογένειας, επιδεινώνοντας τις επιπτώσεις της τρέχουσας κρίσης, σε βαθμό επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και τις αναπτυξιακές προοπτικές της πατρίδας μας,
Επερωτάται ο κύριος Υπουργός:
1. Για την αδυναμία του Υπουργείου να λάβει μέτρα για τον έλεγχο των τιμών και την πάταξη της κερδοσκοπίας των καρτέλ, που λυμαίνονται αναίσχυντα την ελληνική αγορά, ροκανίζοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών με αλυσιδωτές επιπτώσεις τόσο για την κοινωνική ευημερία όσο και την κοινωνική συνοχή.
2. Για την εμφανή αδυναμία της Επιτροπής Ανταγωνισμού να ελέγξει τις αθέμιτες πρακτικές από πλευράς επιχειρήσεων.
3. Για τις άστοχες πολιτικές της Κυβέρνησης, οι οποίες με πρόσχημα την ανταγωνιστικότητα που ποτέ δεν επιτεύχθηκε, κατασκεύασαν έναν “ελαστικό” εργασιακό μεσαίωνα για τους πολίτες, συνθλίβοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
4. Για την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού της Κυβέρνησης, προκειμένου να στηριχθεί ουσιαστικά η αγοραστική δύναμη των οικονομικά ασθενέστερων ελληνικών οικογενειών, χωρίς επικοινωνιακούς τυχοδιωκτισμούς και προχειρότητες.
5. Για την ολιγωρία στη λήψη μέτρων προκειμένου να στηριχτούν οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες και την ευκαιριακή επικοινωνιακή εκμετάλλευση της ανέχειας συμπολιτών μας, όποτε τα μέτρα αυτά επιτέλους λαμβάνονται, παρότι η κυβέρνηση έχει την ευθύνη της εξόφθαλμης ανισοκατανομής του πλούτου στη χώρα μας.
6. Για την ανικανότητα του κυβερνητικού μηχανισμού της ΝΔ στην καταπολέμηση της ανούσιας γραφειοκρατίας και την πάταξη της σηπτικής διαφθοράς, στοιχεία τα οποία υποσκάπτουν την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της χώρας μας.»
Η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή της Ελλάδος τον Σεπτέμβριο του 2008, διατύπωσε σαφείς προτάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου της ακρίβειας στην Ελληνική οικονομία. Η κυβέρνηση αντί να πάρει άμεσα μέτρα σε αυτές τις κατευθύνσεις, επιδιώκει να καλύψει επικοινωνιακά την αναποτελεσματικότητα της με το πέπλο της διεθνούς κρίσης, ενώ στην πράξη αποφεύγει πεισματικά την έγκαιρη λήψη μέτρων ανακούφισης των οικονομικά ασθενέστερων. Ωστόσο, με τον προϋπολογισμό του 2009, αποκαλύπτεται ξεκάθαρα ότι δεν διαθέτει την πολιτική βούληση να εξασφαλίσει την εύρυθμη λειτουργία του ανταγωνισμού, ούτε να προχωρήσει στη θέσπιση μηχανισμών αποτελεσματικότερης αναδιανομής του εισοδήματος. Χαρακτηριστικά:
• Μειώνει περαιτέρω τα κονδύλια των ήδη υποχρηματοδοτούμενων φορέων της Γενικής Γραμματείας Καταναλωτή και του Συνηγόρου του Καταναλωτή κατά 2% και 8% αντίστοιχα, σε τρέχουσες, μάλιστα, τιμές.
• Δεν προϋπολογίζει τιμαριθμική αναπροσαρμογή της φορολογικής κλίμακας, με συνέπεια η ονομαστική αύξηση των εισοδημάτων να οδηγεί σε πρόσθετη επιδείνωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των χαμηλότερων εισοδηματικών στρωμάτων, καθώς πρακτικά αυξάνεται η φορολογική επιβάρυνση των μισθωτών και των μικρών ελεύθερων επαγγελματιών.
Επειδή εξαιτίας της κυβερνητικής αναλγησίας, η ακρίβεια συμπιέζει ασφυκτικά πλέον την αγοραστική δύναμη της ελληνικής οικογένειας, επιδεινώνοντας τις επιπτώσεις της τρέχουσας κρίσης, σε βαθμό επικίνδυνο για την κοινωνική συνοχή και τις αναπτυξιακές προοπτικές της πατρίδας μας,
Επερωτάται ο κύριος Υπουργός:
1. Για την αδυναμία του Υπουργείου να λάβει μέτρα για τον έλεγχο των τιμών και την πάταξη της κερδοσκοπίας των καρτέλ, που λυμαίνονται αναίσχυντα την ελληνική αγορά, ροκανίζοντας την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών με αλυσιδωτές επιπτώσεις τόσο για την κοινωνική ευημερία όσο και την κοινωνική συνοχή.
2. Για την εμφανή αδυναμία της Επιτροπής Ανταγωνισμού να ελέγξει τις αθέμιτες πρακτικές από πλευράς επιχειρήσεων.
3. Για τις άστοχες πολιτικές της Κυβέρνησης, οι οποίες με πρόσχημα την ανταγωνιστικότητα που ποτέ δεν επιτεύχθηκε, κατασκεύασαν έναν “ελαστικό” εργασιακό μεσαίωνα για τους πολίτες, συνθλίβοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών.
4. Για την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού της Κυβέρνησης, προκειμένου να στηριχθεί ουσιαστικά η αγοραστική δύναμη των οικονομικά ασθενέστερων ελληνικών οικογενειών, χωρίς επικοινωνιακούς τυχοδιωκτισμούς και προχειρότητες.
5. Για την ολιγωρία στη λήψη μέτρων προκειμένου να στηριχτούν οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες και την ευκαιριακή επικοινωνιακή εκμετάλλευση της ανέχειας συμπολιτών μας, όποτε τα μέτρα αυτά επιτέλους λαμβάνονται, παρότι η κυβέρνηση έχει την ευθύνη της εξόφθαλμης ανισοκατανομής του πλούτου στη χώρα μας.
6. Για την ανικανότητα του κυβερνητικού μηχανισμού της ΝΔ στην καταπολέμηση της ανούσιας γραφειοκρατίας και την πάταξη της σηπτικής διαφθοράς, στοιχεία τα οποία υποσκάπτουν την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές βελτίωσης του βιοτικού επιπέδου των πολιτών της χώρας μας.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου